Παρασκευή 10 Οκτωβρίου 2025

"Γράμμα Αγάπης" προς την Ιαπωνία

 του Π.Σ.


Το ακόλουθο αποτελεί ένα γράμμα αγάπης -“love letter” αγγλιστί- προς μια πιο ουσιαστική πλευρά της Ιαπωνικής κουλτούρας.


Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η Ιαπωνία κατέχει μια εξέχουσα θέση στο σημερινό zeitgeist. Θέλετε για λόγους εξωτισμού; Εξαιτίας της ανεπτυγμένης της βιομηχανίας και των προϊόντων υψηλής τεχνολογίας που παράγει (αυτοκίνητα, φωτογραφικές μηχανές, συστήματα ήχου κτλ); Θέλετε εξαιτίας της πρόσφατης “κουλτούρας” των άνιμε και των μάνγκα; Γενικά δεν χρειάζεται να ψάξει κανείς και πολύ για να δει ότι υπάρχει, ειδικά στον λεγόμενο ανεπτυγμένο κόσμο, ένα είδος φετιχισμού με την Ιαπωνία και το οτιδήποτε ιαπωνικό. Το πόση σχέση έχουν όλα αυτά όντως με την Ιαπωνία και τον πλούσιο πολιτισμό της δεν είμαι δυστυχώς σε θέση να απαντήσω με ακρίβεια, θα τολμήσω όμως αυθαίρετα να υποθέσω ότι σχετίζονται στον ίδιο βαθμό που η Ελλάδα σχετίζεται πολιτισμικά με τον τουρισμό. Ελπίζω τα παρακάτω να αποτελέσουν εκτός από ένα γράμμα αγάπης προς τους, κατά Σενέκα, Ιάπωνες πάτρωνες του μυαλού μου, και ένα κάλεσμα προς μια βαθύτερη και ουσιαστικότερη ενασχόληση με την χώρα του ανατέλλοντος ηλίου. 


Στάση πρώτη: Οι Eξομολογήσεις μιας Mάσκας, του Γιούκιο Μίσιμα. Ένα μυθιστόρημα που ισορροπεί ανάμεσα στην βιογραφία και την μυθοπλασία, μπαίνοντας με έναν βαθιά ανθρώπινο και άκρως προσωπικό τρόπο ακόμα και στις πιο απόκρυφες γωνιές του βασανισμένου πρωταγωνιστή του. Ο Μίσιμα εκθέτει σε τέτοιο εξονυχιστικό βάθος τον εσωστρεφή, ψυχικά ταλαιπωρημένο, κρυφά ομοφυλόφιλο πρωταγωνιστή του, που καταφέρνει να ξεπεράσει κάθε διαφορά κουλτούρας και εποχής. Πηγαίνοντας από την πρώιμη σεξουαλικότητα, μέχρι την ενηλικίωση και την κοινωνική πίεση για  γάμο και οικογένεια. Τόσο ο εξομολογητικός χαρακτήρας του έργου όσο και το ψυχικό μαρτύριο του πρωταγωνιστή με άγγιξαν με ένα τρόπο που δεν περίμενα, σχεδόν δύο χρόνια μετά δεν έχω βρει αντάξιό του. 

Άξιο αναφοράς του ιδίου είναι και η μικρού μήκους ταινία Yukoku (ελληνιστί “Πατριωτισμός”), που αποτελεί την πιο συναισθηματική ταινία που έχω δει, συγκαταλεγμένη ταυτόχρονα και στις πιο βάναυσες ταινίες που έχω δει. Οι, μάλλον ατυχείς, αν και ακριβώς στο στυλ του, μετέπειτα απόψεις του συγγραφέα θα ήταν πολύ κρίμα να αποτρέψουν κάποιον από το τόσο όμορφο και βαθιά ανθρώπινο έργο του.

Στάση Δεύτερη: Η Γυναίκα της Άμμου, του Κόμπο Άμπε. Το σπαρακτικά υπαρξιστικό και ενίοτε εφιαλτικό μυθιστόρημα του Κόμπο Άμπε περιγράφει την μοίρα ενός άτυχου Ιάπωνα ο οποίος ξεμένει σε ένα χωριό του οποίου τα σπίτια βρίσκονται μέσα σε βαθιούς λάκκους· νομίζοντας ότι θα  φιλοξενηθεί από μια γυναίκα ώστε να πάρει το πρώτο λεωφορείο του γυρισμού, ο πρωταγωνιστής παγιδεύεται μαζί της. Το βιβλίο μας πηγαίνει συχνά πίσω, στη μάλλον άχαρη ζωή του πρωταγωνιστή πριν παγιδευτεί με την γυναίκα, βάζοντας μας να αναρωτηθούμε κατά πόσον ο πρωταγωνιστής ήταν όντως ποτέ ελεύθερος. Παράλληλα, τόσο ο αφηγητής όσο και ο πρωταγωνιστής συχνά φιλοσοφούν ή επιχειρούν να φιλοσοφήσουν, αγγίζοντας τα όρια του παραληρήματος, πράγμα που προσωπικά θεωρώ, αφ' ενός, εσκεμμένο και όχι αστοχία του συγγραφέα, και αφ' ετέρου, αναπόσπαστο κομμάτι του έργου, παρόλο που κατά καιρούς αυτά τα κομμάτια του βιβλίου με κούρασαν αρκετά. 

Το συγκεκριμένο βιβλίο θεωρώ πως είναι μια εκτενής όσο και βαθιά, ανέλπιδη κραυγή αγανάκτησης που μετατρέπεται σιγά σιγά σε αποδοχή, και ίσως και σε εσωτερική ειρήνη -αυτό αφήνεται κάπως ανοιχτό στον αναγνώστη- ως προς την κοινωνική πίεση, την ματαιότητα της καθημερινότητας, αλλά και την αδυναμία μας να τα αλλάξουμε ή να ξεφύγουμε από αυτά. 

Όσο σημαντική κι αν είναι η εντύπωση που μας δημιουργεί ένα βιβλίο καθώς το διαβάζουμε, πολλές φορές μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε το πραγματικό “μέγεθος” ενός βιβλίου από τις σκέψεις που μας δημιουργούνται γύρω από αυτό, αφού το έχουμε τελειώσει, και εκεί θεωρώ ότι για εμένα έλαμψε η Γυναίκα της Άμμου. Ίσως εν μέρει επειδή το ξεκίνησα και το ολοκλήρωσα γύρω από περιόδους εξεταστικής, και εκεί μπόρεσα να καταλάβω την πραγματικά απελπισμένη κραυγή του πρωταγωνιστή απέναντι στην ανυπέρβλητη ματαιότητα, παρά το γεγονός ότι φιλοσοφικά οι καταβολές μου διαφέρουν. Ίσως πάλι βέβαια αυτό λέει περισσότερα για την σχολή μου, παρά για το βιβλίο. Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί ότι ο συγγραφέας διαγράφθηκε από το Κομμουνιστικό Κόμμα Ιαπωνίας εξ' αιτίας του συγκεκριμένου βιβλίου.


Στάση Τρίτη: Το Εγκώμιο της Σκιάς, του Τζουνιτσίρο Τανιζάκι. Ένα, για τα δυτικά δεδομένα ανορθόδοξο, δοκίμιο πάνω στο ρόλο των σκιών στην Ιαπωνική αισθητική. Έχοντας μια ξεκάθαρα διαφορετική αντίληψη, από την Δυτική, πάνω στο πώς πρέπει να είναι ένα τέτοιο κείμενο, ο Τανιζάκι ασχολείται ως επί το πλείστον με καθημερινά πράγματα, όπως οι ανεμιστήρες, οι λάμπες, τα φύλλα των πορτών από ρυζόχαρτο. Μέσα όμως από αυτά τα πεζά και φαινομενικά ασήμαντα πράγματα, αναδύεται μια ολιστική αντίληψη για το φως και την ομορφιά, τα οποία διαπνέουν όχι μόνο το παραδοσιακό ιαπωνικό σπίτι, αλλά και συνολικά τον κόσμο του Ιάπωνα, από το φαγητό, μέχρι την παραδοσιακή ιαπωνική αντίληψη της γυναικείας ομορφιάς.

Όχι τυχαία, ο Αγγλικός τίτλος του βιβλίου είναι “In defense of shadows”, ελληνιστί “Προς υπεράσπιση των σκιών”, διότι και ο ίδιος ο Τανιζάκι ακόμα, αναγνωρίζει ότι ο κόσμος που περιγράφει, ο κόσμος των σκιών, όπως τον λέει, έχει ήδη, στην εποχή του, αρχίσει να χάνεται, χωρίς να φαίνεται να υπάρχει γυρισμός. 

Η κύρια αιτία αυτού, για τον Τανιζάκι, είναι η μανιώδης δυτικοποίηση της Ιαπωνίας, η οποία με τα δυνατά ηλεκτρικά φώτα της και την υπόλοιπή της τεχνολογία, έρχεται να ποδοπατήσει την διακριτική σκιώδη ιαπωνική ομορφιά. 

Γενικά λέγεται πως η Ιαπωνική ψυχή χαρακτηρίζεται από την διακριτικότητα και πως η ομορφιά των Χαϊκού βρίσκεται στα όσα δεν λέγονται. Κάτι τέτοιο βλέπουμε εν δράση και στο Εγκώμιο της Σκιάς, μιας και μπορούμε να διακρίνουμε ίχνη μιας γενικότερης φιλοσοφίας, ανάμεσα στις λέξεις του Τανιζάκι. Για παράδειγμα η νηφάλια, θλιμμένη αποδοχή της “προόδου” που αργά ή γρήγορα θα εξαφανίσει τον κόσμο της σκιάς. Ο Τανιζάκι θλίβεται βλέποντας ένα σημαντικό κομμάτι της ψυχής του λαού του να χάνεται, και αντιστέκεται, αλλά με τον δικό του Ιαπωνικό τρόπο.

Τέλος, για έναν “δυτικό”, αν θεωρήσουμε την Ελλάδα μέρος της Δύσης, τίθεται και το ερώτημα του κατά πόσον η Δύση, που περιγράφει ο Τανιζάκι ως αντίπαλο δέος των σκιών, είναι εν τέλει όντως η ψυχή και η ομορφιά της λεγόμενης δύσης ή απλώς μια παρηκμασμένη μορφή της, αλλοιωμένη απ’ την λεγόμενη πρόοδο. 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Διονύσης Σαββόπουλος (1944-2025)

 Τί να πρωτοπεί κανείς για τον Διονύση Σαββόπουλο. Έναν δημιουργό που εξέφρασε σαν ζωντανή ιστορία όλη τη μεταπολιτευτική Ελλάδα. Ήταν ο συν...