"Η αρχαιότερη γνωστή απεικόνισι της Καθόδου στον Άδη χρονολογείται από τον ΣΤ' αιώνα και ευρίσκεται σ' ένα κίονα κιβωρίου του ναού του Αγίου Μάρκου στη Βενετία."
...
"Η κάθοδος στον Άδη υπήρξε το έσχατο βήμα του Κυρίου στον δρόμο της «κενώσεώς» Του. Κατεβαίνοντας «εν τοις κατωτάτοις της γης» μας άνοιξε τον δρόμο του ουρανού. Έχοντας ελευθερώσει τον παλαιόν Αδάμ και μαζί του ολόκληρη την ανθρωπότητα από την δουλεία εκείνου που ενσαρκώνει μέσα στον εαυτό του την αμαρτία, τα σκοτάδια και τον θάνατο έθεσε τα θεμέλια μιας νέας ζωής για όσους ενώνονται μαζί του, αποτελώντας μιάν αναγεννημένη ανθρωπότητα. Έτσι η πνευματική έγερσις του Αδάμ μέσα στην εικόνα της Καθόδου στον Άδη, παρουσιάζεται σαν μια εικόνα της μελλούσης εν σαρκί αναστάσεως, αναστάσεως της οποίας ο Χριστός είναι η απαρχή. Γι΄αυτό, αν και η εικόνα αυτή εκφράζει το νόημα του γεγονότος του Μεγάλου Σαββάτου και προβάλλεται προς προσκύνησι στους πιστούς την ημέρα εκείνη, είναι ωστόσο εικόνα πασχαλινή, εικόνα εκείνων των γεγονότων που προηγήθηκαν αμέσως του θριάμβου της Αναστάσεως του Κυρίου· κατά συνέπεια της μελλούσης Αναστάσεως των νεκρών.
«Έχοντας ελευθερώσει εκείνους που ήσαν δεμένοι, ο Χριστός ξαναγύρισε ανάμεσα από τους νεκρούς, έχοντας ανοίξει σε μας το δρόμο της Αναστάσεως» λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, συνεχίζοντας τα λόγια που ανεφέρθησαν ανωτέρω. Αυτός ο γυρισμός ανάμεσα στους νεκρούς, το ανεξιχνίαστο μυστήριο της Αναστάσεως του Χριστού, η εικόνα των Αγίων Γυναικών στο Μνημείο την αποδίδει με τον ίδιο τρόπο όπως και το Ευαγγέλιο, δείχνοντας μονάχα ό,τι έβλεπαν εκείνοι που ευρίσκονταν εν σιωπή την ίδια τη στιγμή της Αναστάσεως του Χριστού· ούτε η εικόνα την δείχνει.
Η σπουδαιότης αυτής της σιωπής έχει υπογραμμισθή από την Ορθόδοξη Εκκλησία μέσα σε πολυάριθμα κείμενα που δείχνουν το εξ΄ολοκλήρου απρόσιτον αυτού του γεγονότος. Έτσι π.χ. μέσα στην 6η ωδή του Πασχαλινού κανόνος η Εκκλησία συγκρίνει καθαρά την Ανάστασι του Χριστού με την Γέννησί Του: «Φυλάξας τα σήμαντρα σώα, Χριστέ, εξηγέρθης του τάφου ο τας κλεις της Παρθένου μη λυμηνάμενος εν τω τόκω Σου και ανέωξας ημίν Παραδείσου τας πύλας». Όπως η γέννησις εκ της Παρθένου, έτσι και η Ανάστασις δοξάζεται εδώ σαν ένα μυστήριο ανεξιχνίαστο, απρόσιτο σε κάθε έρευνα. «Όχι μονάχα η πέτρα (που έκλεινε τον τάφο) δεν είχε μετακινηθή, αλλά ακόμα και οι σφραγίδες έμειναν άθικτες και η ζωή εκ του τάφου ανέτειλε, ενώ ο τάφος ήταν ακόμη σφραγισμένος». Ο Αναστάς εβγήκε από τον τάφο ακριβώς όπως επρόκειτο αργότερα να εισέλθη εκεί όπου έμεναν οι μαθηταί του, ενώ οι πόρτες έμεναν κλειστές. Εβγήκε από τον τάφο χωρίς καμμία ένδειξις να μπορέση να φανή στο βλέμμα ενός μάρτυρος. Στην περιγραφή της Αναστάσεως το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο μας αφήνει να καταλάβωμε ότι οι Μυροφόρες που ήρθαν κοντά στον τάφο έγιναν μάρτυρες του σεισμού, της καθόδου του Αγγέλου, που ήλθε να κυλίση τον λίθο, που έκλεινε τον τάφο και του τρόμου των φρουρών (Ματθ. κη΄1-4)."
Leonid Ouspensky, "Πασχαλινές Ορθόδοξες Εικόνες", περιοδικό "Σύνορο",νο.29, άνοιξη 1964, σελ. 28-37
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου